PP:
Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί γίνεται όλο αυτό. Για να διευκρινίσω, όχι το ότι υπάρχουν αντικείμενα στους κάδους τα οποία είναι σε μέτρια ή καλή κατάσταση αλλά το ότι μένουν εκεί για μέρες• είναι κάτι που αντικατοπτρίζει την στάση της κοινωνίας απέναντι τους αλλά και την παντελή απαξίωση των φορέων περισυλλογής τους από την πολιτική αρχή. Από την μεριά του (πρώην) ιδιοκτήτη είναι απόλυτα λογικό και κατανοητό κάποτε να πεταχτούν, είναι καθαρά επιλογή του και από την στιγμή που τοποθετούνται ατόφια αγγίζει τα όρια του ηθικού. Το λέω αυτό γιατί τα τελευταία χρόνια γίνεται όλο και πιο εμφανής η ανάγκη να σου αρέσει και να είσαι καλά στον χώρο που ζεις. Αυτό που δεν μπορώ να καταλάβω είναι πως γίνεται να μένουν αφημένα για μέρες, χωρίς κανένα υποψήφιο "μνηστήρα" την ώρα που από την μία υπάρχουν νοικοκυριά σε ανάγκη και από την άλλη άτομα που τα διακατέχει η κλασική παλαιολαγνεία των προηγούμενων γενεών. Προσωπικά έχω πάρει αντικείμενα από τα σκουπίδια μία φορά (κάτι προειδοποιητικές ταμπέλες) και μου έχουν δωρίσει άλλη μία (κάτι παιχνίδια)• και τα δύο υπάρχουν στο σπίτι μου σε περίοπτη θέση. Σε καμία διάδραση μου με σκουπίδια (είτε όταν τα πήρα είτε όταν πόζαρα σε αυτά) δεν πρόσεξα τον περίγυρο μου αλλά νομίζω πως πλέον ο κόσμος δεν κοιτάει ένα τέτοιο γεγονός με την απέχθεια που ίσως ένιωθε παλιά, αλλά ούτε με την θετικότητα που θα ήθελα. Νομίζω πως η κακή οικονομική κατάσταση του μέσου Έλληνα του βγάζει ενστικτωδώς μία λύπηση για τον συνάνθρωπο του, καθώς έχουμε συνδέσει αυτήν την ενέργεια με το, θεωρητικά, άθλιο βιοτικό επίπεδο που μπορεί να έχει.
G.S:
Αν ακολουθήσουμε το βασικό ερέθισμα που λαμβάνουμε τις τελευταίες δεκαετίες, τότε ναι, ζούμε σε μια εποχή ανεξέλεγκτης υπερκατανάλωσης. Αυτή η παγκόσμια τάση προκαλεί, εκτός άλλων, και την αύξηση των σκουπιδιών.
Αν μιλήσουμε για τις ελληνικές πόλεις, τότε θα έλεγα πως βιώνω έντονα την ύπαρξη των σκουπιδιών κυρίως όμως λόγω των ελλειπών υποδομών συλλογής τους. Αν για παράδειγμα βλέπω συνεχώς στη γειτονιά μου κάδους ξέχειλους από σκουπίδια ευλογως θα υποθέτω πως η ελληνική κοινωνία παράγει πολλά σκουπίδια. Κάτι διαφορετικό θα υπέθετα στη Στοκχόλμη, όπου και μένω, καθώς σπάνια βλέπω κάδους στους δρόμους οπότε θα σκεφτόμουν πως η κατανάλωση και η παραγωγή σκουπιδιών εκεί είναι μικρότερη.
Ανεξάρτητα αυτού όμως, όσο ζούσα στην Ελλάδα, και κυρίως τα τελευταία χρόνια, βίωνα την ύπαρξη των σκουπιδιών διαφορετικά. Θα έλεγα πως κατά κάποιο τρόπο δένουν με τον υπόλοιπο χαρακτήρα της βρώμικης, γκρίζας, μουντής και μίζερης Αθήνας. Αποτελούν ένα αναπόσπαστο κομμάτι της (όταν τηρείται ένα στοιχειώδες επίπεδο υγιεινής εννοείται). Και το σημαντικότερο για εμένα, τα σκουπίδια στους δρόμους, στέκονται ως ανάχωμα στην νέα κουλτούρα που επιβάλλεται από την πολιτεία. Την κουλτούρα μίας αποστειρομένης πόλης, χωρίς γκράφιτι και ελεύθερους δημόσιους χώρους που θα μοιάζει περισσότερο με ψυχιατρείο για τουριστική κατανάλωση.
A.K:
Νομίζω ότι το βασικότερο είναι ότι έχουμε ενστερνιστεί το "new is always better", νέα ρούχα, παιχνίδια, έπιπλα, τεχνολογίες κτλ.. Αυτό σε συνδυασμό με τον συνεχή καταιγισμό από προωθούμενα προϊόντα και εκπτώσεις μας βάζει συνέχεια σε ένα τρυπάκι καταναλωτικής μανίας και ένα από τα θύματα καταλήγει να είναι η πόλη. Προσωπικά δεν με πειράζει να περνάω από δίπλα τους, να τα βλέπω ή ακόμη και να πάρω κάποιο. Αυτό που με πειράζει είναι ότι έχουν πάρει τον ρόλο του παρία που κανένας δεν θέλει να πάρει σπίτι του. Είναι αστείο το πως ερμηνεύεται, κάποιες φορές, το μουσειακό "look but do not touch".
T.S:
Μια γωνία και ένας κάδος. Στα περίπου πέντε εκατομμύρια σε μια πόλη, κάπου αυτό είναι λογικό. Αλλά το θέμα δεν είναι τα σκουπίδια καθημερινής χρήσης. Αυτά είναι υπερβολικά, το ξέρουμε, φταίει ο υπερπληθυσμός της πόλης και ο υπερκαταναλωτισμός. Το θέμα είναι όλα αυτά τα αντικείμενα, που βρίσκονται γύρω και μέσα στους κάδους, αλλά ουσιαστικά δεν είναι σκουπίδια. Μικροσυσκεύες, καρέκλες, τραπέζια, παλιά έπιπλα και διάφορα άλλα, για τα οποία έχει περάσει στην κοινωνία η ιδέα “ε χάλασε, το πετάω και παίρνω άλλο”. Μια ιδέα που μας την έχουν φορέσει κυρίως οι εταιρείες, που είτε φτιάχνουν έτσι τα προϊόντα τους ώστε να μην μπορείς ή να μην σε αφήνουν να τα επισκευάσεις, είτε το κόστος επισκευής να είναι ασύμφορο. Γιατί να μπορώ να έχω ένα πλυντήριο 20 χρόνια ενώ μπορώ να αγοράζω ένα κάθε 5 χρόνια; Ποίος είμαι εγώ και με ποιο δικαίωμα θέλω κάτι που αγόρασα και είναι δικό μου, να το κρατήσω καιρό και να μην το αλλάζω κάθε τόσο επειδή χάλασε; Αλλά φταίμε και εμείς. Μας αρέσει η ευκολία της καινούριας αγοράς, απέναντι στην “ταλαιπωρία” της επισκευής ή επιδιόρθωσης. Έχουμε καλομάθει στα καινούρια πράγματα, ενώ μπορούμε να δίνουμε μια ευκαιρία στα παλιά και να μην τα κάνουμε αμέσως σκουπίδια.